Ο Όλυμπος είναι το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας με την κορυφή του, τον Μύτικα, να φτάνει τα 2.917 μ. Από γεωλογική άποψη ο Ολυμπος ανήκει στην Πελαγονική ζώνη. Σε αυτό το βουνό τοποθέτησαν οι αρχαίοι Ελληνες τους Δώδεκα Θεούς τους. Ο Ολυμπος είναι Εθνικός Δρυμός από το 1929 και έχει τεράστια οικολογική, πολιτιστική και ιστορική αξία. Η πρώτη ανάβαση στην κορυφή του έγινε το 1913 από τον Χρήστο Κάκαλο. Πανοραμικό Βουνού
|
Τον αποκάλεσαν Παρθενώνα των βουνών. Τραγουδήθηκε και αγαπήθηκε όσο κανένα άλλο βουνό του τόπου μας. Στέκει αγέρωχος και αυστηρός έτοιμος να δοκιμάσει το νού, το σώμα μα πάνω απ’ όλα τις αισθήσεις σ’ ένα ταξίδι στις μυθικές στράτες. Πρόσβαση Από το Λιτόχωρο πρέπει να κινηθούμε προς την περιοχή Γκορτσιά ή Διασταύρωση για τους ορειβάτες. Η περιοχή βρίσκεται 12 χιλ. από το Λιτόχωρο στο δρόμο που ενώνει το Λιτόχωρο με τα Πριόνια. Από το σημείο αυτό ξεκινά με ΒΔ κατεύθυνση το μονοπάτι, το ωραιότερο μονοπάτι του Ολύμπου λένε μερικοί, για το Οροπέδιο των Μουσών. Το μονοπάτι είναι καλά σημαδεμένο και κινείται μέσα σε όμορφο μικτό δάσος οξυάς και ελάτης. Από την αρχή δείχνει τις προθέσεις του. Μετά τα πρώτα μέτρα αρχίζει να ανηφορίζει σαν να μας προειδοποιεί να κρατήσουμε τις δυνάμεις μας και να μην πιεστούμε τώρα στην αρχή. Και δεν πρέπει να το κάνουμε γιατί βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή μιάς επίπονης προσπάθειας που θα διαρκέσει αρκετές ώρες. Με κανονικό ρυθμό, σε 1.30′ – 2.00′ ώρες θα φτάσουμε στη θέση Μπάρμπα στα 1.450 μέτρα. Από εδώ το μονοπάτι στρέφεται Δυτικά και η ανηφόρα γίνεται αρκετά πιο έντονη καθώς προσπαθεί να κερδίσει ύψος. Το τοπίο πάντως είναι καταπληκτικό θυμίζοντάς μας συνέχεια την ομορφιά και την μοναδικότητα του Ολύμπου. Μετά από 1.30′ – 2.00′ ώρες θα φτάσουμε στο σημείο όπου υπάρχει η διασταύρωση για τη σπηλιά του Ιθακήσιου, του ζωγράφου που χρόνια έζησε εδώ και ζωγράφισε τον αγαπημένο του Όλυμπο. Το ακριβές σημείο της σπηλιάς το υποδεικνύει σχετική πινακίδα στα αριστερά του μονοπατιού. Στο ίδιο σημείο υπάρχει και δεξαμενή νερού που με λίγη τύχη θα γεμίσει τα παγούρια σας μιας και αυτό είναι το τελευταίο νερό μέχρι το οροπέδιο των Μουσών. Από εδώ και πέρα το μονοπάτι γίνεται λιγότερο απότομο και ανεβαίνει πιο ομαλά και λογικά μέχρι τον Στράγγο όπου θα φτάσετε μετά από 2.00′ ώρες περίπου. Το δάσος οξυάς δίνει τώρα τη θέση του σε δάσος με πανύψηλα ρόμπολα και μετά από 35’-45′ λεπτά θα φτάσετε στην Πετρόστρουγγα στα 2.100 μέτρα. Εδώ υπάρχουν στάνες αλλά οι πληροφορίες που θα σας δώσουν οι συμπαθητικοί τσομπάνηδες είναι μάλλον αισιόδοξες. Για τους πιο αργούς δε, αγγίζουν τα όρια της… επιστημονικής φαντασίας. Το μονοπάτι συνεχίζει ευθεία επάνω χωρίς τρομακτικές κλίσεις μέσα στο δάσος με τα ρόμπολα και τους πυκνούς θάμνους. Σε κάποιο σημείο το δάσος αραιώνει σημάδι ότι έχουμε μπεί για τα καλά στην αλπική ζώνη. Τα τελευταία δέντρα του δάσους βρίσκονται στη βάση της πλαγιάς της Σκούρτας. Οι παλιοί ορειβάτες λένε ότι η Σκούρτα θέλει ανέβασμα με ρέγουλα και σε λίγο θα διαπιστώσετε και εσείς πόσο δίκαιο έχουν. Στο ψηλότερο σημείο της όμως θα αποζημιωθείτε από την μεγαλειώδη θέα του βουνού. Εχουμε φτάσει στα 2.485 μέτρα και από εδώ το μονοπάτι στρέφει προς τα δεξιά για να περάσει από χαρακτηριστικό λαιμό (όπου υπάρχει και κολωνάκι της ΓΥΣ) και στη συνέχεια να φτάσει στη θέση Καγκέλια. Τελευταίο ανέβασμα από το γεμάτο πέτρες μονοπάτι και σε 20’ λεπτά φτάνουμε στο περίφημο πέρασμα του Γιόσσου που αποτελεί την “πύλη” για το οροπέδιο των Μουσών που ανοίγεται μπροστά μας. Το οροπέδιο είναι εκτεταμένο και αρκετά ομαλό και διασχίζεται από δύο μονοπάτια. Το αριστερό οδηγεί μετά από 30’ λεπτά στο “μικρό καταφύγιο”, το Χρήστος Κάκαλος που βρίσκεται πάνω σε λόφο απέναντι ακριβώς από το Στεφάνι, ενω το δεξιό οδηγεί μετά από 35’ λεπτά στο καταφύγιο του ΣΕΟ Θεσσαλονίκης το “Γιόσσος Αποστολίδης”, που είναι χτισμένο πάνω στο διάσελο που κατεβαίνει από την κορυφή του Προφήτη Ηλία. Εαν θέλετε να μείνετε σε κάποιο από τα καταφύγια πρέπει να έχετε συνενοηθεί από πριν για να μην έχετε δυσάρεστες εκπλήξεις. Η διαδρομή όπως θα διαπιστώσετε είναι μεγάλη και επίπονη αλλά ταυτόχρονα αξεπέραστης ομορφιάς. Τα τοπία που θα συναντήσετε θα σας μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη αλλά και την καρδιά σας. Αλλωστε μην ξεχνάτε το γνωστό απόφθεγμα “No pain, no gain”.
Η δεύτερη ημέρα θα μας φέρει στην απέναντι πλευρά του βουνού αφού πρώτα επιχειρήσουμε την ανάβαση στον Μύτικα. Από το οροπέδιο των Μουσών ακολουθούμε το μονοπάτι που αφήνει στα δεξιά το καταφύγιο “Γιόσσος Αποστολίδης” και μετά από λίγο στρέφεται αριστερά και περνάει από τα περίφημα ζωνάρια του Στεφανιού. Το τοπίο είναι εξωπραγματικό. Από πάνω μας τα κάθετα και απρόσιτα μυτίκια του Στεφανιού και από κάτω μας η τεράστια λάκα συνθέτουν ένα από εκείνα τα τοπία που ενέπνευσαν τους αρχαίους Έλληνες να τοποθετήσουν εδώ τους θεούς τους. Διασχίζουμε γρήγορα τα Ζωνάρια και φτάνοντας στην άκρη του μονοπατιού στρίβουμε πίσω από την ράχη που χωρίζει το Στεφάνι με το λούκι του Μύτικα αφού έχουμε περπατήσει 30’ λεπτά από το οροπέδιο των Μουσών. Το λούκι είναι σημαδεμένο με κόκκινα σημάδια και βέλη που δείχνουν την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε. Εάν επιχειρήσετε την ανάβαση στην ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας πρέπει να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Το λούκι είναι απότομο και στα πρώτα 30-40 μέτρα τους χρειάζεται ελεύθερη αναρρίχηση στα βράχια μέχρι να “πιάσετε” τον αριστερό “τοίχο” του λουκιού. Λίγο πιο πάνω πρέπει και πάλι να αναρριχηθείτε ελεύθερα μέχρι να φτάσετε στο πλάτωμα της κορυφής. Ε ναι λοιπόν, η ψηλότερη κορυφή είναι εδώ. Το τοπίο γύρω είναι υπέροχο τόσο του Ολύμπου όσο και της… μισής Ελλάδας που μπορείτε να δείτε από εδώ πάνω. Η κατάβαση γίνεται και πάλι από το λούκι με την ίδια, αν όχι περισσότερη, προσοχή από το ανέβασμα. Μην ξεχνάτε επίσης ότι στο λούκι πέφτουν συχνά πέτρες γι’ αυτό δεν πρέπει καμία στιγμή να αφαιρεθείτε. Από την βάση του λουκιού συνεχίζετε την πορεία σας στο καλογραμμένο μονοπάτι και μετά από 30′-40’ λεπτά φτάνουμε σε χαρακτηριστική πινακίδα έχοντας μία υπέροχη θέα προς την Νότια πλευρά του βουνού, το ρέμα του Μαυρόλογγου και την κορυφή του Αγ. Αντωνίου. Στο σημείο αυτό το μονοπάτι χωρίζεται στα δύο. Το δεξί παρακλάδι του ανηφορίζει στην παρατεταμένη ράχη που οδηγεί μετά από 2.00’ ώρες στην κορυφή Σκάλα. Από την Σκάλα μπορείτε να προσεγγίσετε τον Μύτικα διασχίζοντας την Κακόσκαλα, το δύσβατο και επικίνδυνο πέρασμα ανάμεσα στις δύο κορυφές. Το αριστερό παρακλάδι του μονοπατιού κινείται πάνω σε χαρακτηριστική ράχη και μετά από ένα κουραστικό κατέβασμα οδηγεί σε 30’-40’ λεπτά στο καταφύγιο “Σπήλιος Αγαπητός”. Το καταφύγιο είναι χτισμένο σε χαρακτηριστικό μπαλκόνι πάνω από τον περίφημο Μαυρόλογγο, το τεράστιο ρέμα που κατεβαίνει από το Χονδρό Μεσοράχι μέχρι σχεδόν τα Πριόνια. Από το καταφύγιο το μονοπάτι κατηφορίζει ομαλά μέσα στον Μαυρόλογγο και μετά από 1.30’ – 2.00′ ώρες μπαίνει μέσα στο δάσος Οξιάς το περίφημο “Δάσος της Σιωπής” όπου βασιλεύει απόλυτη ησυχία και γαλήνη. Συνεχίζοντας προς τα κάτω και μετά από 1.00’ – 1.30’ ώρα ακόμη περνάμε την χαρακτηριστική ξύλινη γέφυρα και καταλήγουμε στα Πριόνια όπου υπάρχει και ταβέρνα. Μέχρι εδώ φτάνει ο δρόμος από το Λιτόχωρο το οποίο απέχει 16 χλμ. Το μονοπάτι συνεχίζει δίπλα στο ποτάμι, τον περίφημο Εννιπέα, και μετά από 45’ λεπτά μας φέρνει πίσω από την Μονή το Αγ. Διονυσίου του εν Ολύμπω. Το μοναστήρι είναι εγκαταλελειμμένο και μόνο ένας μοναχός ζει εκεί. Δίπλα στο ποτάμι υπάρχει άφθονος χώρος για κατασκήνωση. Την ίδια διαδρομή από τα Πριόνια μπορείτε να την κάνετε και από τον δρόμο. Η απόσταση είναι 4 βαρετά χλμ. Κάπου εδώ τελειώνει και η δεύτερη μέρα που δεν είναι καθόλου παιχνιδάκι αν και οι εμπειρίες που θα αποκτήσετε είναι σπάνιες. Βέβαια μπορείτε να συντομεύσετε τη διαδρομή έχοντας κανονίσει να μείνετε για βράδυ στο καταφύγιο “Σπήλιος Αγαπητός” και να πραγματοποιήσετε τη υπόλοιπη διαδρομή την επομένη.
Το σημερινό πρόγραμμα περιλαμβάνει την κατάβαση του Ενιπέα, του μυθικού ρέματος που στα νερά του λούζονταν οι Επτά Μούσες. Το κρυστάλλινο ποταμάκι συγκεντρώνει τα νερά των ψηλών κορυφών και τα κατεβάζει μέχρι τη θάλασσα. Η πορεία μας ακολουθεί το μονοπάτι το οποίο είναι καλοσημαδεμένο και άνετο (το κατέβασμα !!!). Με συνολικό μήκος περίπου 7,5 χλμ. κινείται στις όχθες του Ενιπέα, πότε δεξιά και πότε αριστερά, περνώντας πάνω από γραφικά ξύλινα γεφυράκια μέσα σε ένα υπέροχο τοπίο. Τα, παγωμένα, νερά του Ενιπέα πάντως προσφέρονται για ένα σύντομο μπάνιο πριν πάρουμε και πάλι τον δρόμο για το Λιτόχωρο. Η διαδρομή διαρκεί περίπου 3.30’ ώρες και αφού προσπεράσει τα απόκρημνα και εντυπωσιακά βράχια της Ζηλνιάς καταλήγει τελικά στην υδροληψία του Λιτόχωρου και από εκεί στην κεντρική πλατεία όπου και η εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Τον Ενιπέα μπορείτε και να τον ανεβείτε μέχρι τα Πριόνια εάν πρόκειται να πραγματοποιήσετε αντίθετα τις διαδρομές που περιγράψαμε πιο πάνω. |